Στις 24 Νοεμβρίου του 1437, είκοσι μητροπολίτες και αρχιεπίσκοποι, μια «μεγάλη ακολουθία κληρικών και λαϊκών» ξεκινά από τη Βασιλεύουσα για να πάρει μέρος στη Σύνοδο που έμεινε στην ιστορία σαν Σύνοδος της Φλωρεντίας και της Φεράρας όπου θα συζητούταν η επανένωση των δυο εκκλησιών.
Ο αυτοκράτωρ, περίμενε πολλά. Από τη εκείνη Σύνοδο και από τις αποφάσεις της που θα του διασφάλιζαν την υποστήριξη της Δύσης και κατά συνέπεια τη σωτηρία της πατρίδος.
Εκτός λοιπόν από τους είκοσι περίπου επισκόπους και μητροπολίτες που θα συμμετείχαν στις εργασίες, ο Ιωάννης Παλαιολόγος, ζήτησε να τον συνοδέψουν αντιπρόσωποι των μεγάλων Μονών, ο εκκλησιάρχης της Μεγίστης Λαύρας, ο τοποτηρητής της Μονής Βατοπεδίου, οι ηγούμενοι της Μονής του Παντοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και της Μονής της Παντάνασσας από το Μυστρά, ιερομόναχοι, και οι ιερείς και οι ψάλτες της Αγίας Σοφίας. Για τον Βυζαντινό Δεσπότη, ήταν η ταυτότητα, ο τρόπος για να πει «να ποιοι είμαστε». Το «marketing» της μεσαιωνικής διπλωματίας.
Και όταν, γράφει ο ιστορικός Δούκας, ο Δόγης της Βενετίας Φραγκίσκος Φόσκαρης παραχώρησε για μια μέρα το ναό του Αγίου Μάρκου στον Βυζαντινό Πατριάρχη Ιωσήφ και στην ακολουθία του, όταν οι ιερείς οι διάκονοι και οι ψάλτες της Αγίας Σοφίας άρχισαν να ψάλουν, τότε οι Βενετοί «συγκινημένοι μέχρι δακρύων», είπαν πως ένοιωσαν «τη λάμψη του Παραδείσου» να πλημμυρίζει τον περίφημο Ναό.
Σήμερα η Μονή του Παντοκράτορα, είναι τζαμί. Της Παντάνασσας, ερείπιο.
Από το πέρασμα των αιώνων, σώθηκαν μόνο οι Μονές του Άθω.
Στο ανακαινισμένο, σιγά σιγά σχεδόν πλήρως, καθολικό της Μονής Βατοπαιδίου, ο προσκυνητής μπορεί να αφεθεί στα κύματα του όρθρου, και το αμυδρό φως από τα μανουάλια και τις καντήλες να του φέρει τους ήχους των εξαπτέρυγων καθώς διέσχιζαν τους δρόμους της Βενετίας, ν΄ ακούσει, αν θέλει, τον Κυρ Μανουήλ να ξεπεζεύει. Ν’ ακουμπήσει την άχλη της ιστορίας. Το ίδιο στη Μεγίστης Λαύρας στην Ιβήρων.
Ο Ανατολικός Μοναχισμός, έχει αναμφισβήτητη και αναντικατάστατη συμβολή στην πνευματικότητα της Ευρώπης και την πρόοδο της. Ηγέτες κρατών, προσωπικότητες κύρους, κληρικοί και πιστοί άλλων δογμάτων επισκέπτονται συχνά τις Μονές για να για να γνωρίσουν τη ζωή τους να μελετήσουν τα κειμήλια και τις βιβλιοθήκες. Το Άγιο Όρος, όπως και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δεν είναι αμιγώς ελληνική υπόθεση. Η γενικευμένη άκριτη και κατεδαφιστική απαξίωση όμως αποστερεί την Ελλάδα από ένα ισχυρό διπλωματικό όπλο και υποβαθμίζει την ελληνική συνεισφορά στον πνευματικό διάλογο σε μια Ευρώπη που παρακολουθεί αμήχανη, το ανερχόμενο και κάποιες φορές επιθετικό Ισλάμ.
Το βάθος της φθοράς θα φανεί πολύ αργότερα. Ο χρονικογράφος του αύριο, θα καταγράψει από το σπασμένο καθρέπτη των τηλεοπτικών παραθύρων, ναυαγός και ο ίδιος στο μέσον μιας καταιγίδας από κραυγές, που σκέπασαν η μια την άλλη, κατηγορίες που εκτοξεύτηκαν αδιακρίτως. Η σκόνη θα έχει καθίσει, και στην πραγματική εικόνα ίσως δούμε την ιστορία που θα προσπαθεί ήσυχη να θάψει τον εαυτό της.
Κυριάκος Θεοδωρακάκος *
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Απογευματινή της Κυριακής" στις 11 Ιανουαρίου, 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου