Translate

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2009

Οι "neocons" επέστρεψαν


Οι Neocons επιστρέφουν γιατί ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, ο Κίμ Λόνγκ ο δεύτερος και ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν έφυγαν ποτέ.



Με αυτό τον τίτλο δημοσιεύτηκε στις 28 Σεπτεμβρίου του 2009 στη «The Wall Street Journal» άρθρο του Bret Stephens, υπέυθυνου για τις εξωτερικές ειδήσεις της εφημερίδας. Το κείμενο αναδημοσιεύτηκε σε πολλές αμερικανικές ευρωπαϊκές ακόμη και αραβικές ιστοσελίδες και είναι χαρακτηριστικό των απόψεων που εκφράζονται στις ΗΠΑ και των αντιδικιών για το είδος της εξωτερικής πολιτικής που ακολουθεί ο Μ. Ομπάμα.

Τις προάλλες ο συνεργάτης μιας έγκριτης γαλλικής εφημερίδας, μου ζήτησε να γράψω κάτι την «επάνοδο» του νεοσυντηρητισμού». Η θέση του ήταν ότι η χαώδης εξωτερική πολιτική του Μπαράκ Ομπάμα ήταν εκείνη που είχε θέσει και πάλι στην κυκλοφορία τον φαινομενικά νεκρό νεοσυντηρητη\ισμό. Και πως στη Γαλλία, δεν αγοράζουν πια τόσο εύκολα από τη γοητεία του Ομπάμα.
Η απάντησή μου ήταν ότι οι νεοσυντηρητικοί επανήλθαν, γιατί ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, ο Κίμ Λόνγκ ο δεύτερος και ο Βλαντιμίρ Πούτιν ουδέποτε είχαν φύγει.
Όταν ο Μπαράκ Ομπάμα εκλέχθηκε πρόεδρος ένα λαμπερό αστέρι είχε λάμψει στην Ανατολή. Αλλά αυτοί οι συγκεκριμένοι τρεις μάγοι δεν έφερναν τα συνηθισμένα δώρα, χρυσό, λιβάνι και σμύρνα. Τα δώρα τους ήταν διαφορετικής φύσης.
Η Βόρεια Κορέα ισχυρίζεται ότι βρίσκεται στο τελικό στάδιο της εγκατάστασης μιας μονάδας παραγωγής εμπλουτισμού ουρανίου, που είναι το δεύτερο στάδιο για την παρασκευή της ατομικής βόμβας.
Το Ιράν, δείχνει να μην τηρεί τις υποχρεώσεις του, που απορρέουν από τις διεθνείς συνθήκες σχετικά με την μη διάδοση πυρηνικών όπλων (Non - proliferation,) και κουνά απειλητικά το δάχτυλο προς τις ΗΠΑ προχωρώντας σε ακόμη ένα γύρο δοκιμαστικής εκτόξευσης πυραύλων.
Η Συρία συνεχίζει να ενισχύει τους μαχητές της τζιχάντ που δρουν στο Ιράκ.
Οι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ αρνούνται γενικά να στείλουν περισσότερα στρατεύματα στο Αφγανιστάν, και γίνονται όλο και πιο απρόθυμες να το πράξουν όταν βλέπουν ότι η σημερινή διοίκηση στις ΗΠΑ αμφιταλαντεύεται σχετικά με αυτόν τον πόλεμο.
Όσον αφορά τη Ρωσία, μόλις την περασμένη εβδομάδα ο πρέσβης της στον ΟΗΕ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ «εξακολουθούν να είναι ένας μάλλον δύσκολος συνομιλητής» και αυτός ο συνομιλητής ήταν ο κ. Ομπάμα μετά την ακύρωση του προγράμματος της εγκατάστασης της γραμμής πυραυλικής άμυνας στην Πολωνία και την Τσεχία. Έτσι, αυτή η πολιτική των παραχωρήσεων τείνει να συναντηθεί με τη λογική της περιφρόνησης.
Όλα αυτά θα πρέπει, σε κάποιο επίπεδο, να αποτέλεσαν έκπληξη για μια διοίκηση τόσο βαθιά ερωτευμένη με τον εαυτό της σαν τη διοίκηση του Μπαράκ Ομπάμα.
«Γνωρίζω πολύ καλά από τις προσδοκίες που δημιούργησε η προεδρία μου σε όλο τον κόσμο», είπε την περασμένη εβδομάδα στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ο κ. Ομπάμα, με τη συνηθισμένη του μετριοφροσύνη. Πρόσθεσε ότι οι προσδοκίες αυτές, «είχαν τις ρίζες τους στην ελπίδα, την ελπίδα ότι η μια πραγματική αλλαγή είναι δυνατή και ότι η Αμερική θα είναι ο πρωτοπόρος της προσπάθειας για την πραγματοποίηση αυτής της αλλαγής».
Ωστόσο, αυτό που ακούγεται σαν «ελπίδα», στο Τορόντο ας πούμε ή στη Βαρκελώνη, τείνει να μεταβληθεί σε «ματαιότητα» στη Βαρσοβία και την Ιερουσαλήμ. Στη Μόσχα και την Τεχεράνη, μεταφράζεται σαν ευπιστία και σαν μια ευκαιρία αξιοποίησης της αδυναμίας των ΗΠΑ σε μια περίοδο οικονομικού και πολιτικού αυτοπεριορισμού.
Για τους τόσο περιφρονημένους νεοσυντηρητικούς, τίποτα από όλα αυτά δεν αποτελεί έκπληξη. Οι νεοσυντηρητικοί δέχονται γενικά την άποψη ότι ο εσωτερικός χαρακτήρας ενός καθεστώτος προβλέπει συνήθως και τη φύση της εξωτερικής πολιτικής που ακολουθεί.
Οι κυβερνήσεις που είναι υπόλογοι στον λαό τους και λογοδοτούν στα πλαίσια ενός κράτους δικαίου έχουν την τάση να κάνουν σεβαστά τα δικαιώματα των γειτόνων τους, να τιμούν τις δεσμεύσεις τους και τις συνθήκες και να τηρούν τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Αντίθετα, καθεστώτα που αντιμετωπίζουν τους πολίτες τους σαν λεία, είναι πιθανό να κάνουν το ίδιο και για τους γείτονές τους. Τα λόγια τους είναι τα ακριβώς αντίθετα από τις πράξεις τους.
Γι 'αυτό οι νεοσυντηρητικοί δεν δίνουν πίστη σε κάθε είδους προτάσεις ή στις «μεγάλες ευκαιρίες» που θα μπορούσαν να οδηγήσουν τις ΗΠΑ να υπογράψουν συμφωνίες με τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν σχετικές με τα πυρηνικά τους προγράμματα: η εξαπάτηση είναι στο DNA των δύο αυτών καθεστώτων και η εμπειρία είναι εκεί για να το αποδείξει.
Ακόμη, οι νεοσυντηρητικοί δεν επενδύουν πολλά στην ιδέα ότι υπάρχει ένα κουμπί «επανεκκίνησης» στις σχέσεις με το Κρεμλίνο. Η σημερινή κατάσταση είναι για τη Ρωσία ο ορισμός της ευκαιρίας για να πετύχει το πλεονέκτημα εκμεταλλευόμενη τα προβλήματα της Αμερικής στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
Το ίδιο ισχύει και για τη Συρία που έχει τελειοποιήσει την τέχνη του να παίρνει πίστωση χρόνου για να επιλύσει προβλήματα που η ίδια δημιούργησε.
Όταν οι νεοσυντηρητικοί θέτουν σε πρώτο πλάνο την πίστη τους στην δύναμη της Αμερικής, δεν την εννοούν μόνο σαν στρατιωτική ή οικονομική δύναμη αλλά κυρίως ως μέσο για ηθικό και πολιτικό εξαναγκασμό.
Αφοπλισμός; Ο τελευταίος δικτάτορας που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει οικειοθελώς το πυρηνικό του πρόγραμμα ήταν ο ηγέτης της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι και το έκανε αμέσως μετά τη σύλληψη του Σαντάμ Χουσεΐν. Εκδημοκρατισμός; Αντίθετα με τις τρέχουσες αντιλήψεις συχνά η δημοκρατία επιβλήθηκε ή τουλάχιστον διευκολύνθηκε η επιβολή της κάτω από την πίεση των ΗΠΑ, στις Φιλιππίνες, στα Βαλκάνια και, ναι, στο Ιράκ.
Ανθρώπινα δικαιώματα; Ο πολιορκούμενος ηγέτης της αντιπολίτευσης στη Μαλαισία Ανουάρ Ιμπραχίμ, μου εκμυστηρεύτηκε την περασμένη εβδομάδα ότι «η μόνη χώρα που μπορεί να επιβληθεί» σε αυταρχικά καθεστώτα είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες. «Αν γνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ έχουν χαλαρή στάση, (σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα), τότε θα φθάσουν σε κτηνωδίες».
Δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι κάτι από όλα αυτά αντιπροσωπεύει για τους νεοσυντηρητικούς κάποιου είδους αλάθητο ή απλά δόγμα.
Οι νεοσυντηρητικοί έχουν –κακώς- υπερεκτιμήσει την προθυμία των Αμερικανών να πάρουν μέρος σε πολέμους για λογαριασμό της ανθρωπότητας. Έχουν, επίσης κακώς, διογκώσει την προθυμία των άλλων λαών να πολεμήσουν για τον εαυτό τους ή για την ελευθερία τους.
Όμως, όπως το εκκρεμές που κατευθύνει σήμερα την αμερικανική εξωτερική πολιτική, βασίζεται σε κάτι περισσότερο από την προσωπική γοητεία του προέδρου, έτσι είναι λίγο περίεργο ο κόσμος να περιμένει να δει την εναλλακτική λύση στην κίνηση αυτού του εκκρεμούς. Ο κόσμος βλέπει καθαρά πια την αμερικανική δύναμη να ταλαντεύεται αενάως ανάμεσα στην ελευθερία και την τυραννία, ανάμεσα στην ευημερία και το χάος. Ακόμα και στη Γαλλία.
Απόδοση στα ελληνικά : Αντίπολον.

Δεν υπάρχουν σχόλια: